- βακαλάος
- Με την ονομασία αυτή πωλείται στο εμπόριο κατάλληλα επεξεργασμένος ο τελεόστεος ιχθύς γάδος καλλαρίας, γνωστός επίσης ως μπακαλιάρος, που ανήκει στην τάξη των γαδομόρφων. Το μήκος του μπορεί να ξεπεράσει το 1,5 μ. και το βάρος του τα 40 κιλά· το σώμα του καλύπτεται από μικρά λέπια, τα οποία στη ράχη έχουν χρώμα λαδί ή σκούρο, ενώ στις πλευρές και στην κοιλιά είναι λευκά. Οι β. όταν είναι ακόμα μικροί ζουν πολύ κοντά στις ακτές, ενώ όταν μεγαλώσουν μένουν κυρίως στο πέλαγος σε βάθος έως περίπου 300 μέτρα. Τρέφονται με άλλα ψάρια, καρκινοειδή και μαλάκια. Μεταξύ Ιανουαρίου και Μαρτίου τα θηλυκά, μετακινούμενα σε παράκτια νερά, αποθέτουν κατά μέσο όρο πέντε εκατομμύρια αβγά το καθένα.
Οι β. ζουν στα ψυχρά ύδατα και αλιεύονται κυρίως τον χειμώνα. Περιοχές πολύ πλούσιες σε β. είναι αυτές γύρω από τη Νέα Γη και την Ισλανδία, όπου είναι διαδεδομένες οι δύο ράτσες: η αμερικανική και η ισλανδική· μια τρίτη ράτσα, η αρκτική, συναντάται στις θάλασσες της Β Ευρώπης από το Σπίτσμπουργκ μέχρι τη Νορβηγία και τη Νόβαγια Ζεμλιά. Ανάμεσα στα όμοια είδη αναφέρεται και ο εγκλεφίνος ή μαύρος βακαλάος, μήκους 70 εκ., που ζει κοντά στις ακτές του Β Ατλαντικού.
Η αλιεία, η επεξεργασία και η εξαγωγή β. αποτελούν την κύρια απασχόληση των πληθυσμών που ζουν στις ακτές του Β Ατλαντικού. Ο β. αλιεύεται για το κρέας του, τα αβγά του και για το λάδι που βγαίνει από το συκώτι του και που χρησιμοποιείται στην ιατρική. Αφού αφαιρεθεί το κεφάλι, τα εντόσθια και το ουραίο πτερύγιο, το ψάρι διατηρείται στην άλμη ή αλατίζεται και ξηραίνεται στον αέρα.
* * *οο μπακαλιάρος.
Dictionary of Greek. 2013.